https://www.domabooks.gr/web/image/product.template/1326/image_1920?unique=09ac37a
    15,00 € 13,50 € 13.5 EUR
    14,15 €

    This combination does not exist.

    Αγορά
    άρθρο στην εφημερίδα το Βήμα για το «Πάρανταϊς» της Φερνάντα Μελτσόρ

    Κοινοποίηση

     

    Ο ανέφικτος παράδεισος 

    του Γρηγόρου Μπέκου | Το Βήμα 5/3/2023

    Aς αρχίσουμε από το εξώφυλλο της έκδοσης. Μας παραξενεύει λίγο, πλην όμως αν το προσέξουμε καλά δεν αργούμε να διαπιστώσουμε ότι πρόκειται για ένα γαριδάκι που παραπέμπει ευθέως στα λιγδιασμένα δάχτυλα του Φράνκο Ανδράδε, του τύπου «με την τεράστια μπάκα, το ροδαλό του πρόσωπο τίγκα στα μπιμπίκια, κι εκείνες τις ξανθές μπούκλες που του έδιναν μια γελοία όψη παραταϊσμένου χερουβείμ». Εκ των υστέρων, όταν έχουμε πια ολοκληρώσει την ανάγνωση του σύντομου μυθιστορήματος Páradais (2021) της Μεξικανής Φερνάντα Μελτσόρ, του δεύτερου βιβλίου της που κυκλοφορεί στα ελληνικά, αντιλαμβανόμαστε και τη συμβολική του διάσταση, που προκύπτει από την υπονόμευση μιας διογκωμένης φαλλικής μορφής, η οποία συντονίζεται απολύτως με το πνεύμα της συγγραφέως (μιας νέας λογοτεχνικής φωνής από τη Λατινική Αμερική, μαχητικής και κολαφώδους απέναντι όχι μόνο στη μάτσο κουλτούρα αλλά και σε κάθε είδους ανισότητα).
    Διότι εν προκειμένω, στο δύσοσμο κακό και στην ακόμη πιο βρωμερή βία, δηλαδή στη ζοφερή κατάληξη αυτής της τραγωδίας, μιας τραγωδίας δίχως κάθαρση, θα φτάσουμε εξαιτίας της σεξουαλικής «εμμονής» του χοντρού Φράνκο «με τη σενιόρα Μαριάν», όπως πιστεύει από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα ο Πόλο, μπλεγμένος κι αυτός σε τούτη την ιστορία, πεπεισμένος ωστόσο για την «απόλυτη αθωότητά του». Λοιπόν, ο Πόλο και ο Φράνκο ζουν στην ίδια χώρα αλλά σε διαφορετικούς κόσμους, είναι δύο έφηβοι οι οποίοι μεγαλώνουν στο σύγχρονο Μεξικό όπου, ως φαίνεται, αλίμονο, ουσιαστικό κουμάντο κάνουν οι ναρκέμποροι και όπου οι ταξικοί διαχωρισμοί, έτσι, για να μην υφίσταται καμία αμφιβολία, ούτε καν στην επιφάνεια των πραγμάτων, συμπυκνώνονται στην εικόνα ενός αγκαθωτού συρματοπλέγματος στην κορυφή ενός τοίχου (φανταστείτε ως σκηνικό ετούτης της καθηλωτικής αφήγησης έναν σχετικά μικρό τόπο που τον διασχίζει ο δυσοίωνος ποταμός Χαμάπα αλλά σταδιακά καθίσταται το παλλόμενο επίκεντρο μιας ευρύτερης κοινωνικής ακτινογράφησης).
    Μέσα από αυτόν τον τοίχο, ας πούμε, υπάρχει ένα πολυτελές συγκρότημα κατοικιών που σε άπταιστα αγγλικά ονομάζεται «Πάρανταϊς». Κοντολογίς, λευκές βίλες, μοδάτα αυτοκίνητα, πισίνες, σενιαρισμένο γκαζόν, άρχοντες και υπηρέτες, φύλαξη και ασφάλεια. Εξω από τον τοίχο, υπάρχει η οργιώδης βλάστηση και η καταραμένη φτώχεια και το απεγνωσμένο κομμάτι ενός λαού, το πλειοψηφικό προφανώς, που παλεύει νυχθημερόν να επιβιώσει, έχοντας αποδεχθεί πλήρως τη δύστυχη μοίρα του, μεταξύ λεηλατημένου κράτους και οργανωμένου εγκλήματος. «Γι’ αυτό σε πληρώνουν, του έκανε κήρυγμα η μάνα του κάθε πρωί, για να κάνεις ό,τι σου λένε και να κρατάς το στόμα σου κλειστό∙ τι σε νοιάζει εσένα αν είναι μαλακίες, γι’ αυτό σε προσέλαβαν, για να υπακούς, όχι να γκρινιάζεις».
    Αυτά λέει στον 16χρονο Πόλο η γυναίκα που τον έφερε στον κόσμο, βασανισμένη κι αυτή, και γι’ αυτό αδιαπραγμάτευτα κυνική πλέον μες στην ανέχειά της. «Κωλόπαιδο» τον ανέβαζε, «σκατόμυαλο» τον κατέβαζε και, από ένα σημείο και μετά, του ξεκαθαρίζει ότι τα ψέματα τελειώσανε, ότι εφόσον δεν τα κατάφερε με το σχολείο, μια δική της θυσία που ο Πόλο δεν εκτίμησε, άλλος δρόμος για τον ίδιο δεν ανοιγόταν, έπρεπε με νύχια και με δόντια να κρατήσει τη δουλειά του κηπουρού στο «Πάρανταϊς», όσο κι αν δυσανασχετούσε με την πλούσια πλέμπα, όσο κι αν σιχαινόταν τον «μαλάκα» και «εκμεταλλευτή» Ορκίσα, τον υπεύθυνο της εταιρείας Inmobiliaria del Golfo, τα κατουρημένα παντελόνια του οποίου εκείνη, με άπειρες συντριπτικές εργατοώρες στο ενεργητικό της, είχε φιλήσει προκειμένου να εξασφαλίσει έναν μισθό (κυριολεκτικά, ο μισθός του Πόλο πήγαινε απευθείας στη μητέρα του).
    Ο Πόλο, «άσχημος σαν αμαρτία», αισθάνεται παντέρημος και εγκλωβισμένος σε μια «ταπεινωτική ανημπόρια», σε μια «άθλια και σκατένια ζωή», όπως τόσο κοφτερά προσδιορίζει την πραγματικότητά του η Μελτσόρ. Εξ ου και αναζητά έστω την πρόσκαιρη γαλήνη στο αλκοόλ ο Πόλο, στον καπνό ή διάφορες άλλες ουσίες. Ο ξυλουργός παππούς του (ταυτισμένος με την ονειροπόληση) έχει πεθάνει προ πολλού, ο επίσης οικείος Μίλτον (η αβάσιμη ελπίδα για τη διαφυγή του) χάνεται στα φρικιαστικά θελήματα εκείνων (αντιλαμβάνεστε ποιων, των κυρίαρχων «συμμοριών») ενώ η ξαδέλφη του, η πληθωρική και γκαστρωμένη Ζοράιντα, κατσικωμένη απρόβλεπτα στο ίδιο του το κρεβάτι, συνιστά μια ανεπιθύμητη και απειλητική παρουσία. Ωστόσο, πώς θα μπορούσε να συνοψιστεί η πλοκή στο μυθιστόρημα της Μελτσόρ; Το «παλαβό σχέδιο» του ευκατάστατου Φράνκο να κατακτήσει το σώμα της σενιόρας Μαριάν, της παντρεμένης και σαγηνευτικής γειτόνισσάς του στο «Πάρανταϊς», διασταυρώνεται δραματικά με τον «στόχο ζωής» του Πόλο, να αποτινάξει την κατάφωρη αδικία που βιώνει και να διεκδικήσει την ελευθερία.
    Η Φερνάντα Μελτσόρ, αφενός, με γλώσσα περίτεχνη και πυρετώδη που έχει τις καταβολές της στον Φόκνερ και, αφετέρου, ένα βλέμμα εμβαπτισμένο στο όραμα του Μπολάνιο, συνθέτει ένα θαυμάσιο και πολυπλόκαμο θρίλερ, ψυχολογικό, υπαρξιακό, κοινωνικό, εν τέλει βαθιά πολιτικό. Η ίδια φαίνεται να διερευνά, μέσα από τα κείμενά της, το λογοτεχνικό ύφος που ταιριάζει στη βία, στην περίπλοκη φύση της και στις διαδρομές της, εξωτερικές και εσωτερικές, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Η ουσία εδώ, στο "Πάρανταϊς", βιβλίο που ήταν υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο Booker 2022, είναι μια γυναίκα «που προτίμησε να πεθάνει» παρά να παραδοθεί σε ένα κακομαθημένο βλαστάρι της τοξικής αρρενωπότητας που είχε εθιστεί στο ψηφιακό πορνό.

    Το άρθρο στο Βήμα

    Κοινοποίηση